Ο εφησυχασμός της κοινωνίας, η αδράνεια και ο συμβιβασμός είναι η αχίλλειος πτέρνα της δημοκρατίας και των θεσμών της

fb

Ο θεσμός της Διαδοχικής Ασφάλισης: Προβληματισμοί μετά το πόρισμα της Επιτροπής

1. Κατεβάστε το πόρισμα της Ομάδας Εργασίας για την αναμόρφωση του θεσμού της ΔΙΑΔΟΧΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ σε μορφή .PDF  2. "Ο θεσμός της Διαδοχικής Ασφάλισης: Προβληματισμοί μετά το πόρισμα της Επιτροπής"

της ΑΙΚ. ΖΑΦΕΙΡΗ – ΚΑΜΠΙΤΣΗ Επιτ. Γεν. Διευθυντού ΟΑΕΕ – ΤΑΕ τ. Προέδρου του Δ.Σ. του Τ.Α.Π.-Ο.Τ.Ε.

“……Είναι κατανοητό ότι, οι ασφαλισμένοι με διαδοχική ασφάλιση, πρέπει να διευκολύνονται στη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, η θεμελίωση, όμως, δεν μπορεί να συνεπάγεται προνομιακή μεταχείριση και υπέρμετρη επιβάρυνση ορισμένων φορέων…….” ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ I.  ΕΝΝΟΙΑ-ΣΚΟΠΟΣ II. ΑΡΧΕΣ III. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΙV. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ V.  ΠΟΡΙΣΜΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ – ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ VI. ΕΠΙΜΥΘΙΟΝ Ι. ΕΝΝΟΙΑ – ΣΚΟΠΟΣ 1. Ο θεσμός της διαδοχικής ασφάλισης εισήχθη κατά 2ο ήμισυ του προηγούμενου αιώνα προκειμένου να προστατευθούν οι εργαζόμενοι που κατά την διάρκεια του εργασιακού τους βίου άλλαζαν επάγγελμα .Η διαδοχική υπαγωγή των εργαζομένων σε διάφορους φορείς είναι σύνηθες φαινόμενο στη χώρα μας, πολλάκις προκαλούμενο για την προσπόριση ωφελημάτων. 2. Βασικός σκοπός της διαδοχικής ασφάλισης είναι, η διευκόλυνση των ασφαλισμένων εκείνων, που κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου, υπήχθησαν στην ασφάλιση περισσοτέρων ασφαλιστικών φορέων, είτε κύριας, είτε επικουρικής ασφάλισης, με σκοπό τη θεμελίωση δικαιώματος σε παροχές, όταν με τον ασφαλιστικό χρόνο σε κάθε φορέα, δεν θεμελίωναν συνταξιοδοτικό δικαίωμα. ΙΙ. ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ Οι βασικές αρχές που διέπουν το θεσμό της διαδοχικής ασφάλισης είναι οι εξής: 1. Η εφαρμογή των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης, είναι δικαίωμα του ασφαλισμένου, το οποίο ασκείται κατά βούλησή του, είτε διαδοχικώς είτε αυτοτελώς (Είναι προαιρετική η προσχώρηση). Σύμφωνα με τη γενική αρχή «περί μη δυνατότητας παραιτήσεως από δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης» λογίζεται ανίσχυρη η δυνατότητα παραιτήσεως του δικαιώματος από τη διαδοχική ασφάλιση. 2. Η καθολικότητα των σχετικών διατάξεων. Η παρεχόμενη προστασία, για τη διατήρηση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, που απορρέουν από τη διαδοχική ασφάλιση, εκτείνεται στους ασφαλισμένους όλων των φορέων και κατά κλάδο ασφάλισης. 3. Ενιαία άσκηση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Στη διαδοχική ασφάλιση, το δικαίωμα, ασκείται κατά ενιαίον τρόπο, δηλ. εφόσον ο ασφαλισμένος υποβάλλει αίτηση, σ’ έναν φορέα απ’ αυτούς που ασφαλίστηκε, το δικαίωμα λογίζεται ότι, ασκείται και έναντι των φορέων, που ασφαλίστηκε διαδοχικώς. 4. Εφαρμογή των διατάξεων Οι διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, εφαρμόζονται κατά γενική αρχή του ασφαλιστικού δικαίου, με την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, δηλ. γήρας, αναπηρία ή θάνατος. III. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ Βασική ρυθμιστική διάταξη ήταν το Ν.Δ. 4202/61, το οποίο έθεσε σε νέα βάση το θεσμό, από την αρχική προσέγγιση του άρθρου 7 του Α.Ν. 694/37 και του άρθρου 51 του Α.Ν 1846/51. Οι διατάξεις του Ν.Δ. 4202/61 όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα, προέβλεπαν την αξιοποίηση όλου του χρόνου ασφάλισης, προς όφελος των ασφαλισμένων, με συχνά δυσανάλογη και απρόβλεπτη επιβάρυνση, των λιγότερο εύρωστων ασφαλιστικών φορέων. Στη συνέχεια, θα γίνει προσπάθεια προσέγγισης της κάθε διάταξης, όπου δημιουργήθηκαν και περιπτώσεις δόλιας συμπεριφοράς εκ μέρους ασφαλισμένων, προς απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων, σε βάρος της διαδοχικής ασφάλισης και γενικότερα και αυτής ταύτης της κοινωνικής ασφάλισης. 1. Άρθρο 7 του Α.Ν 694/37 Τη συνέχιση της ασφαλιστικής σχέσης, σε περίπτωση μεταβολής ασφαλιστικού φορέα και τη διατήρηση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, προέβλεψε το άρθρο 7 του Α.Ν. 694/37. Η διάταξη εισήγαγε το σύστημα μεταφοράς, των ατομικών λογαριασμών των ασφαλισμένων, από τον έναν φορέα στον άλλο, υπό την προϋπόθεση ότι ο απονέμων φορέας, προέβλεπε συνυπολογισμό του χρόνου που διανύθηκε σ’ άλλον οργανισμό. 2. Άρθρο 51 του Α.Ν 1846/51 Δεδομένου ότι, η μεταφορά του ατομικού λογαριασμού που θέσπισε ο προαναφερόμενος αν. νόμος, δημιούργησε πολλές γραφειοκρατικές δυσχέρειες, το θέμα αντιμετώπισε το άρθρο 51 του Α.Ν 1846/51 σύμφωνα με το οποίο, όσοι είχαν διατελέσει διαδοχικώς ασφαλισμένοι, σε περισσότερους από έναν, ασφαλιστικούς φορείς, δικαιούνται συντάξεως ή βοηθήματος τύπου συντάξεως, από τον τελευταίο φορέα, εφόσον ο ασφαλισμένος είχε πραγματοποιήσει 300 ημέρες εργασίας στην ασφάλισή του και παρήλθε διετία από την υπαγωγή του σ’ αυτόν. Η διάταξη όμως αυτή κατά την εφαρμογή της, δημιούργησε προβλήματα κυρίως, από τον επιμερισμό των οικονομικών βαρών μεταξύ των φορέων. Η ανάγκη εξεύρεσης ενός δικαιότερου επιμερισμού ώθησαν το νομοθέτη στη θέσπιση νέας ρύθμισης δια του Ν.Δ 4202/61. 3. Άρθρα 1 & 2 του Ν.Δ 4202/61 Η ρύθμιση του άρθρου 51 του Α.Ν 1846/51 είχε μία απλουστευτική διαδικασία, όμως δημιούργησε οικονομικά βάρη στον τελευταίο φορέα, με ιδιαίτερη επιβάρυνση του ΙΚΑ, συνεπεία της μεθόδευσης των ασφαλισμένων, να συνταξιοδοτούνται από τον φορέα αυτό, λόγω ευνοϊκότερων προϋποθέσεων και καλύτερων παροχών. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του Ν.Δ 4202/61, πέραν των οικονομικών βαρών που η εφαρμογή του άρθρου 51 εσώρευσσε στο ΙΚΑ, άλλο σοβαρό μειονέκτημα των διατάξεων του άρθρου αυτού ήταν, η μη καθολική εφαρμογή του, επί του συνόλου των κατηγοριών των ασφαλισμένων. Οι λόγοι αυτοί επέβαλαν την αναζήτηση πληρεστέρας ρυθμίσεως του θέματος. Με το νέο σύστημα, καθιερώνεται η αρχή της κατανομής των οικονομικών βαρών, μεταξύ των ασφαλιστικών οργανισμών, στους οποίους υπήχθη διαδοχικώς ο ασφαλισμένος, κατά λόγον της διάρκειας της ασφαλίσεως σε καθένα απ’ αυτούς. Με το άρθρο 1 του Ν.Δ 4202/61 εισάγεται η καθολικότητα της διατήρησης των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, για την ενότητα της ασφαλιστικής σχέσης, ενώ με το άρθρο 2, διατηρείται η αρχή της απονομής της σύνταξης, από τον τελευταίο ασφαλιστικό οργανισμό, με βάση τη νομοθεσία του, υπό τον όρο ότι, ο ασφαλισμένος πραγματοποίησε 500 τουλάχιστον ημέρες εργασίας, εντός της τελευταίας πενταετίας, στην ασφάλιση του Οργανισμού αυτού. Με το άρθρο 5, καθορίστηκε ο τρόπος κατά τον οποίο, υπολογίζει τη σύνταξη ο απονέμων αυτή Οργανισμός, ως και ο τρόπος κατανομής του ποσού, μεταξύ των συμμετεχόντων Οργανισμών. 4. Ν. 1405/83 Βασικός σκοπός του Ν. 1405/83, ήταν η επέκταση της Διαδοχικής Ασφάλισης από τον Ιδιωτικό Τομέα στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ. τους ΟΤΑ και αντίστροφα. Οι διατάξεις του νόμου αυτού ήταν στη σωστή κατεύθυνση, γιατί μία μερίδα ασφαλισμένων, που είχαν προϋπηρεσία στο Δημόσιο, ο χρόνος δεν λαμβανόταν υπόψη για τη βελτίωση της σύνταξης. Η προσθήκη – τροπολογία όμως, με τα άρθρα 9, 10, 11, 12 και 13 στον ανωτέρω νόμο, πέρα από την επέκταση (αρ. 12) των διατάξεων του Ν.Δ 4202/61 στους οργανισμούς επικουρικής ασφάλισης, σώρευσσε δεινά στα οικονομικά των ασφαλιστικών φορέων, κυρίως οι διατάξεις του άρθρου 11, που όριζαν ότι, το Τμήμα της σύνταξης που χορηγεί κάθε συμμετέχων φορέας, δεν μπορεί να είναι μικρότερο, από το τμήμα του κατωτάτου ορίου σύνταξης, που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης, που διανύθηκε στον κάθε Οργανισμό. Ο νομοθέτης προχωρεί πιο πέρα και ορίζει ότι, το τμήμα της σύνταξης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το ποσό της σύνταξης, που χορηγεί ο κάθε Οργανισμός, με βάση μόνο το χρόνο που διανύθηκε στην ασφάλισή του, εφόσον όμως ο χρόνος αυτός, είναι αρκετός για να θεμελιωθεί συνταξιοδοτικό δικαίωμα, αυτοτελώς, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Οργανισμού στον οποίο διανύθηκε. Η διάταξη αυτή είναι δυνατόν να θεωρηθεί σκανδαλώδης, γιατί επιβάρυνε ασύμμετρα τα ασφαλιστικά Ταμεία δεδομένου ότι, ορισμένοι ασφαλισμένοι έτυχαν σύνταξης κατωτάτων ορίων, από δύο ή και τρεις φορείς ακόμη. 5. Ν. 1902/90 Με τις διατάξεις των άρθρων 14 και 15 ο νομοθέτης προσπαθεί να εξισώσει τις ανισορροπίες στο πεδίο της διαδοχικής ασφάλισης. Με τις διατάξεις του άρθρου 14, διατηρείται η αρχή της απονομής της σύνταξης από τον τελευταίο Οργανισμό, υπό τον όρο ότι ο ασφαλισμένος, έχει πραγματοποιήσει στην ασφάλισή του 1500 ημέρες εργασίας ή πέντε (5) έτη ασφάλισης οποτεδήποτε, αλλά τίθεται ως πρόσθετη προϋπόθεση, η πραγματοποίηση 500 ημερών εργασίας στην τελευταία πενταετία, με στόχο να αποφεύγονται οι καταστρατηγήσεις των διατάξεων. Με το άρθρο 15, απαλείφεται η σχετική διάταξη, η οποία όριζε ότι ο ασφαλισμένος που έχει τις προϋποθέσεις αυτοτελούς συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε κάθε Οργανισμό να λαμβάνει το κατώτατο όριο σύνταξης του Οργανισμού (παρ. 3 αρ. 11 Ν.1405/83). 6. Ν. 3232/04 Είναι γνωστό ότι ο θεσμός της κοινωνικής ασφάλισης, έχει καταξιωθεί στη συνείδηση όλων των ασφαλισμένων, διότι γνωρίζουν ότι, αλλαγή του ασφαλιστικού τους φορέα κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου, δεν δημιουργεί απώλεια του ασφαλιστικού χρόνου. Η Πολιτεία με το Ν.3232/04 προσπάθησε να επιτύχει την απλούστευση της διοικητικής διαδικασίας, για τον υπολογισμό των τμημάτων της σύνταξης διαδοχικών ασφαλισμένων . Δεν είναι τυχαίο ότι, η εφημερίδα «Καθημερινή» στο φύλλο της 23/12/2003 έγραφε για τον υπό έκδοση νόμο «Σε θολό τοπίο η ρύθμιση για τη διαδοχική ασφάλιση». Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νόμου, οι φορείς κύριας ασφάλισης, που κρίνονται ως απονέμοντες βάσει των διατάξεων του αρ. 2 του Ν.Δ 4202/61, όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα, υπολογίζουν τόσο το τμήμα που αναλογεί στο χρόνο ασφάλισής τους, όσο και το τμήμα της σύνταξης που αναλογεί στους συμμετέχοντες, σε ποσοστό επί τοις εκατό, επί των συντάξιμων αποδοχών του συμμετέχοντα, για κάθε έτος ασφάλισης και μέχρι 35 έτη. Τα ποσοστά καθορίζονται, σε 2% για ΙΚΑ, ΝΑΤ, ΟΓΑ και ΟΑΕΕ-ΤΣΑ, 2,85% για ΟΑΕΕ-ΤΑΕ, 3% για ΟΑΕΕ-ΤΕΒΕ και σε 2,286% για Δημόσιο και τους λοιπούς φορείς ασφάλισης μισθωτών και αυτοτελώς απασχολουμένων. Ο νόμος αυτός, στην παρ. 10 του αρ.1, θέσπισε διάταξη σύμφωνα με την οποία «Για κάθε διαδοχικά ασφαλιζόμενο πρόσωπο, τηρείται «Δελτίο Διαδοχικής Ασφάλισης» σε κύριους και επικουρικούς φορείς, με εξαίρεση το Δημόσιο, το οποίο τηρεί πιστοποιητικό υπηρεσιακών μεταβολών. Η παρ. τελείωνε με την επισήμανση ότι «……Με υπουργική απόφαση, μετά από γνώμη των Δ.Σ. των ΙΚΑ, ΟΑΕΕ, ΟΓΑ και ΝΑΤ καθορίζεται ο τρόπος τήρησης του Δελτίου, σε έγγραφη και ηλεκτρονική μορφή ή  και τα δύο, ο τύπος, τα ατομικά και ασφαλιστικά στοιχεία και οποιαδήποτε άλλη λεπτομέρεια που κρίνεται αναγκαία για την υλοποίηση των ανωτέρω (Μέχρι σήμερα το δελτίο αυτό είναι το ζητούμενο). IV. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ Η Πολιτεία προσπάθησε με νομοθετικές ρυθμίσεις, να επιλύσει τα προβλήματα μεθοδευμένα ή μη, που δημιουργούσαν οι περιπτώσεις που ανήκουν στο πεδίο της διαδοχικής ασφάλισης. Την κάθε νομοθετική ρύθμιση ακολουθούσε ένας λεκτικός πλουραλισμός, για την επίλυση των προβλημάτων και στη συνέχεια, ακολουθούσε η απαξίωση της με ότι αυτό συνεπάγεται. Βασικό πρόβλημα, που δημιουργούσε τριβές μεταξύ ασφαλισμένων και φορέων, ήταν η καθυστέρηση ολοκλήρωσης της διαδικασίας, δεδομένης της συμμετοχής και άλλων φορέων. Η απονομή ή μη της σύνταξης, είναι μια πολύπλοκη διοικητική ενέργεια, με περιπτώσεις που άπτονται του διοικητικού, εργατικού, εμπορικού και αστικού δικαίου, δεδομένου ότι, οι εμπλεκόμενοι φορείς, είναι φορείς μισθωτών, ελεύθερων επαγγελματιών και επιστημόνων, με διαφορετικές διατάξεις ως προς τον υπολογισμό της σύνταξης. Οι ασφαλισμένοι στην προσπάθειά τους να τύχουν σύνταξης, προσέφευγαν στα διοικητικά δικαστήρια και έτσι, η νομολογία είχε δημιουργήσει δίκαιο, το οποίο η Πολιτεία όφειλε να το αποδεχθεί. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι, πολλά γραφεία που ανελάμβαναν δύσκολες συνταξιοδοτικές περιπτώσεις, κατηύθυναν τους ενδιαφερόμενους, σε δόλιες πρακτικές, με στόχο την όσο το δυνατόν ικανοποίηση του αιτήματός τους. Βεβαίως η δολία συμπεριφορά, ουδέποτε προστατεύεται από το δίκαιο, από οποιαδήποτε μορφή και αν εκδηλώνεται και η νομολογία, απέρριπτε τις προσπάθειες δόλιων καταστρατηγήσεων όταν τις ενετόπιζε. Το σύστημα όμως επιβαρυνόταν υπέρμετρα με τις πρακτικές αυτές και ο χρόνος, έκδοσης της συνταξιοδοτικής απόφασης, εγκριτικής ή απορριπτικής, επιμηκύνετο επικίνδυνα με δυσάρεστες συνέπειες. Πέρα από το βασικό σκοπό της διαδοχικής ασφάλισης – όπως αναπτύχθηκε στην παρ. Ι – ο θεσμός επιδιώκει να βρίσκονται οι παροχές των ασφαλιστικών οργανισμών προς κάθε διαδοχικά ασφαλισμένο σε κάποια αναλογία με τις εισφορές που αυτός κατέβαλε. Έχει παρατηρηθεί ότι, η μεθόδευση καταστάσεων για τους διαδοχικά ασφαλισμένους, δημιούργησε προνόμια σε σχέση, με τους ασφαλισμένους που δεν αλλάζουν ασφαλιστικό οργανισμό, κατά τη διαδρομή του επαγγελματικού τους βίου. Τα προνόμια αυτά έρχονται σε δυσαρμονία με τις εισφορές – παροχές. Πρόκειται κατά βάση για παραχωρήσεις και υποχωρήσεις, σε πιέσεις ομάδων, που είχαν πρόσβαση στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Τα προβλήματα παρουσιάζονται εξαιτίας των διαφορετικών προϋποθέσεων, που απαιτούνται για θεμελίωση δικαιώματος σε παροχή, των διαφορετικών εισφορών, ως και των παροχών που προβλέπονται κυρίως δε, των κατωτάτων ορίων από φορέα σε φορέα. Είναι κατανοητό ότι, οι ασφαλισμένοι με διαδοχική ασφάλιση, πρέπει να διευκολύνονται στη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, η θεμελίωση, όμως, δεν μπορεί να συνεπάγεται προνομιακή μεταχείριση και υπέρμετρη επιβάρυνση ορισμένων φορέων. V. ΠΟΡΙΣΜΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ – ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ Τον Μάιο  του τρέχοντος έτους είδε το φως της δημοσιότητας το πόρισμα της Ομάδας Εργασίας για την αναμόρφωση του θεσμού της Διαδοχικής Ασφάλισης. Το πόρισμα προβαίνει σε μία ιστορική αναδρομή του θεσμού, στις εκάστοτε νομοθετικές ρυθμίσεις για τη βελτίωσή του και σε διαπιστώσεις. Βασική διαπίστωση είναι ότι και ο Ν. 3232/04 που έθεσε ως σκοπό, την απλούστευση της διοικητικής διαδικασίας, με στόχο την άρση των αδικιών και ανισοτήτων, προκειμένου να βελτιωθούν τα ποσά των συντάξεων, δεν ανταποκρίθηκε στα οράματα και τις προσδοκίες όσων επένδυσαν σ’ αυτόν. Ο νομοθέτης τότε τόνιζε ότι, η νέα ρύθμιση θα οδηγήσει σε αυξήσεις συντάξεων σε ποσοστό έως και 10%. Το ύψος αυτό αμφισβητούσε η ΠΟΠΟΚΠ η οποία υποστήριζε ότι οι αυξήσεις κυμαίνονται έως και 3% και αφορούν μόνο 1 στους 10 ασφαλισμένους. Σύμφωνα με το πόρισμα, οι απόψεις των μελών της Επιτροπής, είναι αποκλίνουσες ως προς την αρμοδιότητα του απονέμοντος φορέα, με κυρίαρχη αυτή, που αποτελεί και πρόταση της Επιτροπής «….Αλλαγή του αρμόδιου φορέα για την απονομή της σύνταξης, ώστε ο απονέμων για την περίπτωση γήρατος φορέας, να είναι αυτός στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποιήθηκε ο μεγαλύτερος αριθμός ημερών εργασίας. Για δε τις περιπτώσεις αναπηρίας ή θανάτου να παραμείνει το ισχύον καθεστώς της αρμοδιότητας. Η πρόταση αυτή φρονώ ότι, θα δημιουργήσει σύγχυση, σε περιπτώσεις που κατά το στάδιο της ολοκλήρωσης της σύνταξης γήρατος, αποβιώσει ο ασφαλισμένος και στη συνέχεια από τους επιζώντες υποβληθεί αίτηση μεταβίβασης της σύνταξης. Η Επιτροπή επίσης προτείνει «…..Να εφαρμοστεί σε όλες τις περιπτώσεις υπολογισμού της σύνταξης με Διαδοχική Ασφάλιση το άρθρο 10 του Ν. 1405/83 που ορίζει ότι, ο οργανισμός που απονέμει τη σύνταξη θεωρεί ότι, ο χρόνος ασφάλισης σ’ αυτόν και στους άλλους οργανισμούς διανύθηκε στην ασφάλισή του, υπολογίζει το ποσό της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του και το καταβάλλει ολόκληρο στον δικαιούχο μαζί με τις προσαυξήσεις (για οικογενειακά βάρη, απόλυτη αναπηρία κ.λ.π). Η διάταξη αυτή η οποία τροποποίησε τις διατάξεις της παρ.1 του αρ.5 του Ν.Δ. 4202/61 ισχύει για ομοειδή Ταμεία και η αλλαγή να έχει λάβει χώρα πριν τις 1/1/79. Στο πόρισμα όμως δεν αναφέρεται, ο χρόνος που έχει διανυθεί σε μικρότερες ασφαλιστικές κατηγορίες, ή  όταν οι εισφορές που κατέβαλαν οι ασφαλισμένοι δεν αντιστοιχούν στις ασφαλιστικές κατηγορίες του απονέμοντα φορέα, πως θα γίνει ο υπολογισμός. Δεν υπάρχει ένα συγκριτικό παράδειγμα ούτε το κόστος κατ’ εκτίμηση της πρότασης αυτής. Βέβαια οι κατά καιρούς νομοθετικές ρυθμίσεις συμπληρώνουν διιστάμενες θέσεις και απόψεις, προσπαθώντας να περιορίσουν κατά το δυνατόν τις σε βάρος των φορέων καταδολιεύσεις και να διασφαλίσουν τα δικαιώματα των ασφαλισμένων κατά κάποιον τρόπο. Πέραν των ανωτέρω το Πόρισμα προσδίδει δυναμική στο Δελτίο Διαδοχικής Ασφάλισης. Βέβαια σκοπός της θέσπισης του Δελτίου Διαδοχικής Ασφάλισης – σύμφωνα με εγκύκλιο της Γ.Γ.Κ.Α, είναι ο περιορισμός του χρόνου έκδοσης των συνταξιοδοτικών αποφάσεων, με διαδοχική ασφάλιση. Με το δελτίο αυτό επιδιώκεται η καταγραφή των ατομικών και ασφαλιστικών στοιχείων του ασφαλισμένου όλου του ασφαλιστέου χρόνου, κατά την ενεργό απασχόληση σε ασφαλιστικούς φορείς, πέραν του ενός, ώστε να είναι ευχερής η απονομή της σύνταξης, από τον απονέμοντα φορέα, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Είναι βέβαια εργασία άκρως γραφειοκρατική και θα επιβαρύνει τους φορείς με πρόσθετη εργασία σε βάρος άλλων πιο σημαντικών. Εκτιμάται όμως ότι σε βάθος χρόνου θα βοηθήσει το θεσμό. Σύμφωνα με τη σχετική διάταξη το δελτίο επέχει θέση απόφασης δηλ. είναι εκτελεστή διοικητική πράξη. Κατά δε την παρ.11 του ίδιου άρθρου για την εφαρμογή του θα εκπονηθεί από τη Γ.Γ.Κ.Α. ειδική μηχανογραφική εφαρμογή (φαίνεται ότι η φράση «θα εκπονηθεί» αφορά μέλλοντα διαρκείας). Οι προτάσεις της Επιτροπής όπως αναγράφονται επιγραμματικά στο πόρισμα είναι οι εξής: 1. Ενεργοποίηση του θεσμού της προσυνταξιοδοτικής βεβαίωσης για κάθε φορέα που ασφαλίστηκε ο ενδιαφερόμενος. Ενδεικτικός χρόνος αναζήτησης 2 έτη προ της συνταξιοδότησης. 2. Δημιουργία τμήματος χορήγησης προσυνταξιοδοτικών βεβαιώσεων στις υπηρεσίες συντάξεων των ασφαλιστικών φορέων. 3. Υποβολή αίτησης στον πιθανολογούμενο ως αρμόδιο για την απονομή σύνταξης φορέα, αν δε η αίτηση υποβληθεί σε αναρμόδιο άμεση και απ’ ευθείας διαβίβαση στον αρμόδιο . 4. Συνυποβολή με την αίτηση συνταξιοδότησης των προσυνταξιοδοτικών βεβαιώσεων. 5. Αξιοποίηση της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας. 6. Αξιοποίηση της αυτεπάγγελτης αναζήτησης πιστοποιητικών από τις αρμόδιες υπηρεσίες σύνταξης. 7. Απώτερο στόχος η οργάνωση συστήματος μηχανογράφησης σε συνδυασμό με το σύστημα Α.Μ.Κ.Α για την τήρηση Δελτίου Διαδοχικής Ασφάλισης. IV. ΕΠΙΜΥΘΙΟΝ Στην εργασία αυτή αναπτύχθηκε συνοπτικά ο θεσμός της διαδοχικής ασφάλισης, ώστε να διαφανεί εάν οι προτάσεις της Επιτροπής τείνουν σε απλοποίηση των διαδικασιών, με σκοπό την επιτάχυνση της απονομής της σύνταξης. Η Επιτροπή δεν προτείνει τίποτε το νέον αλλά ταχύτερη εφαρμογή υφιστάμενων διατάξεων. Άρα το επιμύθιον συνοψίζεται στις εξής λέξεις: «Ουδέν νεώτερον από το μέτωπο της Διαδοχικής Ασφάλισης».

Διεύθυνση: Πατριάρχου Ιωακείμ 30 Αθήνα 10675 | Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: info@epkodi.gr

Πολιτική Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων